η ΜΑΚΡΑΙΩΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ
Η Λέσβος είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Ελλάδας, μετά την Κρήτη και την Εύβοια, με πληθυσμό περίπου 85.000 κατοίκους. Βρίσκεται στο Βορειοανατολικό Αιγαίο, μέσα στον Αδραμυτινό κόλπο, σε πολύ κοντινή απόσταση από τα τουρκικά παράλια. Η Λέσβος είναι διοικητικό κέντρο του νομού Λέσβου,τον οποίο συναποτελεί μαζί με τη Λήμνο και τον Άγιο Ευστράτιο .
Πρωτεύουσα του νησιού από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας είναι η Μυτιλήνη, χτισμένη στα νοτιοανατολικά του νησιού. Πρόκειται για μια σύγχρονη πόλη, η οποία είναι διοικητικό, εμπορικό και πνευματικό κέντρο, με πληθυσμό 27.247 κατοίκους. Τη Μυτιλήνη πλαισιώνουν οι όμορφες και παραδοσιακές κωμοπόλεις Πλωμάρι, Καλλονή, Αγιάσος, Αγ. Παρασκευή, καθώς και τα μοναδικά , το καθένα για τους δικούς του λόγους, χωριά, όπως ο Μόλυβος, η Ερεσός, η Θερμή, η Άντισσα, ο Μεσότοπος, η Βατούσα, η Πέτρα, ο Πολυχνίτος κλπ.
Ως πρώτοι κάτοικοι τον νησιού, κατά την προ του κατακλυσμού εποχή που σχετίζεται με τον Δευκαλίωνα, αναφέρονται οι Πελασγοί επικεφαλής των οποίων ήταν ο Ξάνθος. Τα πρώτα ονόματα του νησιού, Πελασγία και 'Ισσα καθώς και η ύπαρξη ερειπίων πελασγικών τειχών δείχνουν τις ιστορικές αλήθειες που εμπεριέχονται στην μυθολογική παράδοση. Στην μετά τον κατακλυσμό εποχή, ο Μακαρεύς εγκατέστησε νέους αποίκους στην ερημωμένη Λέσβο. Η κόρη του Μάκαρος Μήθυμνα παντρεύτηκε με τον εγγονό του Αιόλου και γιό του Θεσσαλού ήρωα, τον Λέσβο, ο οποίος ήλθε με αποίκους στην Λέσβο, και αποκτώντας δύναμη έδωσε το όνομά του στο νησί και στις πόλεις τα ονόματα του γιου του Μάκαρος Ερεσού και των θυγατέρων του Μυτιλήνης, Μήθυμνας, Άντισσας και Αρίσβης.
Ευρήματα από τη συνεχιζόμενη παλαιοντολογική ανασκαφή που διενεργεί η παλαιοντολόγος κα Νένα Γαλανίδου και το Παν/μιο Κρήτης επιβεβαιώνουν την κατοίκηση στο νησί από την εποχή των Παγετώνων στην ευρύτερη περιοχή του κόλπου της Καλλονής. Άλλωστε η ανασκαφική σκαπάνη έφερε στο φως την αρχαία πόλη της Θερμής, που χρονολογείται από τη Νεολιθική Εποχή και μαζί με την Πολιόχνη της Λήμνου και φυσικά την Τροία, μαρτυρούν την ύπαρξη ενός πολιτισμού του Βορειοανατολικού Αιγαίου, εντελώς μοναδικού και αυτόνομου, αλλά χρονικά ταυτόσημου με τους άλλους σημαντικούς πολιτισμούς (τον κυκλαδικό, το μυκηναϊκό και το μινωικό) του ελλαδικού χώρου στη Νεολιθική Εποχή.
Ο Ηρόδοτος αναφέρει τους κατοίκους με το όνομα Λέσβιοι ή Μυτιληναίοι ενώ οι σημαντικότερες πόλεις του νησιού ήταν η Μυτιλήνη, η Μήθυμνα, η Πύρρα, η Άντισσα κι η Ερεσός, οι οποίες σχημάτισαν αμφικτιονία και έλεγχαν τα απέναντι μικρασιατικά παράλια (Μυτιληναίων Αιγιαλός). Η Λέσβος γύρω στα 570 π.Χ. αναπτύχθηκε σε μεγάλη ναυτική δύναμη, η συμμαχία της έγινε περιζήτητη και ο πλούτος της μεγάλος.
Παράλληλα με τη μεγάλη οικονομική ευμάρεια (ή/ και εξαιτίας της) και από τον 7ο αι. π.Χ. στο νησί παρουσιάστηκε καλλιτεχνική και πνευματική άνθηση. Η πιο αγαπημένη ασχολία των Μυτιληναίων ήταν η ποίηση και η μουσική. Ο Τέρπανδρος ο Αντισσαίος και ο Αρίων ο Μηθυμναίος ήταν περίφημοι μουσικοί με φήμη που ξεπερνούσε τα όρια του νησιού. Όσο για τους δυο σημαντικότατους εκπροσώπους της λυρικής ποίησης, τον Αλκαίο και τη δέκατη μούσα, όπως τη χαρακτήρισε ο Πλάτωνας,τη Σαπφώ, τα ονόματά τους τότε, τώρα και για πάντα θα απολαμβάνουν την παγκόσμια αναγνώριση της αξίας τους.
Η ιστορία του νησιού κατά την αρχαιότητα ακολουθεί τα ιστορικά τεκταινόμενα του ελλαδικού χώρου. Η Λέσβος λαμβάνει μέρος στους Πελοποννησιακούς Πολέμους και περνά διαδοχικά από την κυριαρχία των Σπαρτιατών, των Περσών ώσπου την απελευθερώνει ο Μέγας Αλέξανδρος. Κατά τους ελληνιστικούς χρόνους η Λέσβος βρισκόταν υπό την επιρροή της μακεδονικής κυριαρχίας και αργότερα των Πτολεμαίων.
Πρωτεύουσα του νησιού από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας είναι η Μυτιλήνη, χτισμένη στα νοτιοανατολικά του νησιού. Πρόκειται για μια σύγχρονη πόλη, η οποία είναι διοικητικό, εμπορικό και πνευματικό κέντρο, με πληθυσμό 27.247 κατοίκους. Τη Μυτιλήνη πλαισιώνουν οι όμορφες και παραδοσιακές κωμοπόλεις Πλωμάρι, Καλλονή, Αγιάσος, Αγ. Παρασκευή, καθώς και τα μοναδικά , το καθένα για τους δικούς του λόγους, χωριά, όπως ο Μόλυβος, η Ερεσός, η Θερμή, η Άντισσα, ο Μεσότοπος, η Βατούσα, η Πέτρα, ο Πολυχνίτος κλπ.
Ως πρώτοι κάτοικοι τον νησιού, κατά την προ του κατακλυσμού εποχή που σχετίζεται με τον Δευκαλίωνα, αναφέρονται οι Πελασγοί επικεφαλής των οποίων ήταν ο Ξάνθος. Τα πρώτα ονόματα του νησιού, Πελασγία και 'Ισσα καθώς και η ύπαρξη ερειπίων πελασγικών τειχών δείχνουν τις ιστορικές αλήθειες που εμπεριέχονται στην μυθολογική παράδοση. Στην μετά τον κατακλυσμό εποχή, ο Μακαρεύς εγκατέστησε νέους αποίκους στην ερημωμένη Λέσβο. Η κόρη του Μάκαρος Μήθυμνα παντρεύτηκε με τον εγγονό του Αιόλου και γιό του Θεσσαλού ήρωα, τον Λέσβο, ο οποίος ήλθε με αποίκους στην Λέσβο, και αποκτώντας δύναμη έδωσε το όνομά του στο νησί και στις πόλεις τα ονόματα του γιου του Μάκαρος Ερεσού και των θυγατέρων του Μυτιλήνης, Μήθυμνας, Άντισσας και Αρίσβης.
Ευρήματα από τη συνεχιζόμενη παλαιοντολογική ανασκαφή που διενεργεί η παλαιοντολόγος κα Νένα Γαλανίδου και το Παν/μιο Κρήτης επιβεβαιώνουν την κατοίκηση στο νησί από την εποχή των Παγετώνων στην ευρύτερη περιοχή του κόλπου της Καλλονής. Άλλωστε η ανασκαφική σκαπάνη έφερε στο φως την αρχαία πόλη της Θερμής, που χρονολογείται από τη Νεολιθική Εποχή και μαζί με την Πολιόχνη της Λήμνου και φυσικά την Τροία, μαρτυρούν την ύπαρξη ενός πολιτισμού του Βορειοανατολικού Αιγαίου, εντελώς μοναδικού και αυτόνομου, αλλά χρονικά ταυτόσημου με τους άλλους σημαντικούς πολιτισμούς (τον κυκλαδικό, το μυκηναϊκό και το μινωικό) του ελλαδικού χώρου στη Νεολιθική Εποχή.
Ο Ηρόδοτος αναφέρει τους κατοίκους με το όνομα Λέσβιοι ή Μυτιληναίοι ενώ οι σημαντικότερες πόλεις του νησιού ήταν η Μυτιλήνη, η Μήθυμνα, η Πύρρα, η Άντισσα κι η Ερεσός, οι οποίες σχημάτισαν αμφικτιονία και έλεγχαν τα απέναντι μικρασιατικά παράλια (Μυτιληναίων Αιγιαλός). Η Λέσβος γύρω στα 570 π.Χ. αναπτύχθηκε σε μεγάλη ναυτική δύναμη, η συμμαχία της έγινε περιζήτητη και ο πλούτος της μεγάλος.
Παράλληλα με τη μεγάλη οικονομική ευμάρεια (ή/ και εξαιτίας της) και από τον 7ο αι. π.Χ. στο νησί παρουσιάστηκε καλλιτεχνική και πνευματική άνθηση. Η πιο αγαπημένη ασχολία των Μυτιληναίων ήταν η ποίηση και η μουσική. Ο Τέρπανδρος ο Αντισσαίος και ο Αρίων ο Μηθυμναίος ήταν περίφημοι μουσικοί με φήμη που ξεπερνούσε τα όρια του νησιού. Όσο για τους δυο σημαντικότατους εκπροσώπους της λυρικής ποίησης, τον Αλκαίο και τη δέκατη μούσα, όπως τη χαρακτήρισε ο Πλάτωνας,τη Σαπφώ, τα ονόματά τους τότε, τώρα και για πάντα θα απολαμβάνουν την παγκόσμια αναγνώριση της αξίας τους.
Η ιστορία του νησιού κατά την αρχαιότητα ακολουθεί τα ιστορικά τεκταινόμενα του ελλαδικού χώρου. Η Λέσβος λαμβάνει μέρος στους Πελοποννησιακούς Πολέμους και περνά διαδοχικά από την κυριαρχία των Σπαρτιατών, των Περσών ώσπου την απελευθερώνει ο Μέγας Αλέξανδρος. Κατά τους ελληνιστικούς χρόνους η Λέσβος βρισκόταν υπό την επιρροή της μακεδονικής κυριαρχίας και αργότερα των Πτολεμαίων.
Όταν η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία εξαπλώθηκε και κατέκτησε το σύνολο του τότε γνωστού κόσμου, εξαίρεση δεν αποτέλεσε το νησί. Εκείνη την περίοδο μάλιστα η Λέσβος γνώρισε μεγάλη οικονομική άνθιση, την οποία μαρτυρούν οι πολυτελείς επαύλεις με τα ψηφιδωτά, καθώς και τα μνημειώδη δημόσια έργα που κατασκευάστηκαν, όπως το υδραγωγείο στη Μόρια και το αρχαίο θέατρο της Μυτιλήνης. Τη Ρωμαϊκή διαδέχτηκε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία και στα χίλια χρόνια της κυριαρχίας της, η Λέσβος άλλοτε άκμασε και έχτισε κάστρα και μεγαλόπρεπες χριστιανικές εκκλησιές κι άλλοτε οι κάτοικοί της περνούσαν δύσκολα και κρύβονταν στα ενδότερα για το φόβο των πειρατών.
Τη περίοδο 1355 ως 1462 το νησί ανήκε στην γενουάτικη οικογένεια των Γατελούζων, οι οποίοι κατάφεραν να αναδείξουν την ηγεμονία τους ως μια από τις ισχυρότερες στην ανατολή. Η ειρηνική μετάβαση της εξουσίας οδήγησε σε μια περίοδο ηρεμίας και ακμής της Λέσβου. Όλοι οι ηγεμόνες των Γατελούζων εργάστηκαν για την οικονομική ανάπτυξη της ηγεμονίας τους και άφησαν πίσω τους σημαντικά μνημεία στο νησί. Η Μήθυμνα π.χ. για τους Γατελούζους αποτελούσε σημαντικό εμπορικό λιμάνι, έτσι λοιπόν την ενίσχυσαν ιδρύοντας την μεσαιωνική πόλη τους γύρω από το κάστρο.
Το 1462 η Λέσβος υποδουλώθηκε στους Οθωμανούς και για αρκετούς αιώνες βυθίστηκε στη δυστυχία και στην παρακμή. Η ευημερία που γνώρισε το νησί την περίοδο των Γατελούζων, έδωσε τη θέση της στη φτώχεια και τον σκοταδισμό. Αυτή η περίοδος ήταν ίσως η χειρότερη στη μακραίωνη ιστορία του νησιού. Μεγάλος αριθμός κατοίκων αναγκάστηκε να αναζητήσει αλλού την τύχη του, ενώ πολλοί αλλαξοπίστησαν κάτω από το βάρος της σκλαβιάς και των ληστρικών φόρων. Οι πειρατικές επιδρομές έκαναν όσους απέμειναν στη Λέσβο να εγκαταλείψουν τα παράλια και να στραφούν στο εσωτερικό του νησιού και η εσωστρέφεια αυτή αντανακλάται σε όλο το φάσμα της ζωής των κατοίκων. Ας μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε στο Μεσαίωνα, όπου οι δεισιδαιμονίες, οι προκαταλήψεις και η οπισθοδρόμηση κυριαρχούν. Και σαν να μην έφταναν αυτά τα δεινά, ήρθαν να προστεθούν φυσικές καταστροφές. Θεομηνίες, σεισμοί και καταστροφικές πυρκαγιές κατέστρεψαν τις καλλιέργειες και συνέβαλαν στην εξαθλίωση των ήδη δυστυχισμένων ανθρώπων.
Τη περίοδο 1355 ως 1462 το νησί ανήκε στην γενουάτικη οικογένεια των Γατελούζων, οι οποίοι κατάφεραν να αναδείξουν την ηγεμονία τους ως μια από τις ισχυρότερες στην ανατολή. Η ειρηνική μετάβαση της εξουσίας οδήγησε σε μια περίοδο ηρεμίας και ακμής της Λέσβου. Όλοι οι ηγεμόνες των Γατελούζων εργάστηκαν για την οικονομική ανάπτυξη της ηγεμονίας τους και άφησαν πίσω τους σημαντικά μνημεία στο νησί. Η Μήθυμνα π.χ. για τους Γατελούζους αποτελούσε σημαντικό εμπορικό λιμάνι, έτσι λοιπόν την ενίσχυσαν ιδρύοντας την μεσαιωνική πόλη τους γύρω από το κάστρο.
Το 1462 η Λέσβος υποδουλώθηκε στους Οθωμανούς και για αρκετούς αιώνες βυθίστηκε στη δυστυχία και στην παρακμή. Η ευημερία που γνώρισε το νησί την περίοδο των Γατελούζων, έδωσε τη θέση της στη φτώχεια και τον σκοταδισμό. Αυτή η περίοδος ήταν ίσως η χειρότερη στη μακραίωνη ιστορία του νησιού. Μεγάλος αριθμός κατοίκων αναγκάστηκε να αναζητήσει αλλού την τύχη του, ενώ πολλοί αλλαξοπίστησαν κάτω από το βάρος της σκλαβιάς και των ληστρικών φόρων. Οι πειρατικές επιδρομές έκαναν όσους απέμειναν στη Λέσβο να εγκαταλείψουν τα παράλια και να στραφούν στο εσωτερικό του νησιού και η εσωστρέφεια αυτή αντανακλάται σε όλο το φάσμα της ζωής των κατοίκων. Ας μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε στο Μεσαίωνα, όπου οι δεισιδαιμονίες, οι προκαταλήψεις και η οπισθοδρόμηση κυριαρχούν. Και σαν να μην έφταναν αυτά τα δεινά, ήρθαν να προστεθούν φυσικές καταστροφές. Θεομηνίες, σεισμοί και καταστροφικές πυρκαγιές κατέστρεψαν τις καλλιέργειες και συνέβαλαν στην εξαθλίωση των ήδη δυστυχισμένων ανθρώπων.
Το 19ο αι. το νησί επιτέλους αρχίζει να βγαίνει από την απομόνωση αιώνων, αναπτύσσεται οικονομικά και ευημερεί. Μια νέα περίοδος αρχίζει!
Η κοινωνική διαστρωμάτωση αλλάζει με την εμφάνιση της αστικής τάξης (έμποροι- βιομήχανοι) και της εργατικής αντιστοίχως, καθώς και των ελεύθερων επαγγελμάτων που εξυπηρετούν τις ανάγκες των αστών. Ανεργία δεν υπάρχει καθώς τα πολλά εργοστάσια στις νοτιοανατολικές περιοχές του νησιού απασχολούν τα εργατικά χέρια, ενώ ταυτόχρονα πολλοί Λέσβιοι από τα φτωχότερα δυτικά χωριά μεταναστεύουν ή εργάζονται εποχιακά στις μικρασιατικές πόλεις ενισχύοντας την τοπική οικονομία με τα χρήματα που κέρδιζαν. Ο έλεγχος της οικονομίας αλλά και η κυριότητα της γης περνά στα χέρια των Ελλήνων. Ο πληθυσμός του νησιού αυξάνεται και μόνο το 1/8 είναι Οθωμανοί. Το λιμάνι της Μυτιλήνης επισκευάζεται και γίνεται ένα από τα σημαντικότερα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εξυπηρετώντας τις εμπορικές συναλλαγές. Τα κυριότερα εξαγώγιμα προϊόντα είναι το λάδι και το σαπούνι, ενώ αναπτύσσονται η αλιεία και η καλλιέργεια καπνού και καρποφόρων δέντρων.
Η Λέσβος απελευθερώθηκε από τους Τούρκους στις 8 Νοεμβρίου 1912 από το στόλο του ναύαρχου Κουντουριώτη και το θρυλικό θωρηκτό «Αβέρωφ» και η πλήρης ενσωμάτωσή της με την Ελλάδα έγινε το 1914.
Μετά την μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών που ακολούθησε, η Λέσβος δέχεται τους πρόσφυγες από τα απέναντι παράλια, ενώ ο εναπομείναντας πληθυσμός Τούρκων φεύγει. Για την στέγαση των προσφύγων χτίστηκαν στα χωριά οι συνοικισμοί. Η αποκοπή της Λέσβου από τα μικρασιατικά παράλια επέφερε μια σημαντική μείωση στην βιομηχανική παραγωγή του νησιού, αφού η οικονομία του ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτά ως κύρια αγορά των προϊόντων που παρήγαγε. Από την άλλη, οι πρόσφυγες προσέφεραν φτηνά εργατικά χέρια και βοήθησαν στην ανάπτυξη νέων καλλιεργειών. Στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και στον Εμφύλιο Πόλεμο το νησί (1940-1949) δίνει το δικό του φόρο αίματος και υφίσταται τις οικονομικές επιπτώσεις.
Στη νεότερη ιστορία, η οικονομία του στηρίζεται στο λάδι και στα προϊόντα του, στην κτηνοτροφία και στη βυρσοδεψία, αν και η απόσταση του νησιού από το οικονομικό κέντρο της Ελλάδας την περίοδο 1950-1970 έδρασε ως τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη. Την ίδια περίοδο έγιναν προσπάθειες απεξάρτησης από τη μονοκαλλιέργεια της ελιάς, η οποία είχε ασταθή παραγωγή και οδήγησε στην εγκατάλειψη του νησιού από τους κατοίκους του. Τη δεκαετία του 1980 αναπτύσσεται η τουριστική βιομηχανία, η οποία σήμερα είναι ένας από τους κύριους τομείς εισοδήματος του νησιού, μαζί με τη μεταποίηση αγροτικών προϊόντων.
ΠΗΓΕΣ:
Η κοινωνική διαστρωμάτωση αλλάζει με την εμφάνιση της αστικής τάξης (έμποροι- βιομήχανοι) και της εργατικής αντιστοίχως, καθώς και των ελεύθερων επαγγελμάτων που εξυπηρετούν τις ανάγκες των αστών. Ανεργία δεν υπάρχει καθώς τα πολλά εργοστάσια στις νοτιοανατολικές περιοχές του νησιού απασχολούν τα εργατικά χέρια, ενώ ταυτόχρονα πολλοί Λέσβιοι από τα φτωχότερα δυτικά χωριά μεταναστεύουν ή εργάζονται εποχιακά στις μικρασιατικές πόλεις ενισχύοντας την τοπική οικονομία με τα χρήματα που κέρδιζαν. Ο έλεγχος της οικονομίας αλλά και η κυριότητα της γης περνά στα χέρια των Ελλήνων. Ο πληθυσμός του νησιού αυξάνεται και μόνο το 1/8 είναι Οθωμανοί. Το λιμάνι της Μυτιλήνης επισκευάζεται και γίνεται ένα από τα σημαντικότερα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εξυπηρετώντας τις εμπορικές συναλλαγές. Τα κυριότερα εξαγώγιμα προϊόντα είναι το λάδι και το σαπούνι, ενώ αναπτύσσονται η αλιεία και η καλλιέργεια καπνού και καρποφόρων δέντρων.
Η Λέσβος απελευθερώθηκε από τους Τούρκους στις 8 Νοεμβρίου 1912 από το στόλο του ναύαρχου Κουντουριώτη και το θρυλικό θωρηκτό «Αβέρωφ» και η πλήρης ενσωμάτωσή της με την Ελλάδα έγινε το 1914.
Μετά την μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών που ακολούθησε, η Λέσβος δέχεται τους πρόσφυγες από τα απέναντι παράλια, ενώ ο εναπομείναντας πληθυσμός Τούρκων φεύγει. Για την στέγαση των προσφύγων χτίστηκαν στα χωριά οι συνοικισμοί. Η αποκοπή της Λέσβου από τα μικρασιατικά παράλια επέφερε μια σημαντική μείωση στην βιομηχανική παραγωγή του νησιού, αφού η οικονομία του ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτά ως κύρια αγορά των προϊόντων που παρήγαγε. Από την άλλη, οι πρόσφυγες προσέφεραν φτηνά εργατικά χέρια και βοήθησαν στην ανάπτυξη νέων καλλιεργειών. Στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και στον Εμφύλιο Πόλεμο το νησί (1940-1949) δίνει το δικό του φόρο αίματος και υφίσταται τις οικονομικές επιπτώσεις.
Στη νεότερη ιστορία, η οικονομία του στηρίζεται στο λάδι και στα προϊόντα του, στην κτηνοτροφία και στη βυρσοδεψία, αν και η απόσταση του νησιού από το οικονομικό κέντρο της Ελλάδας την περίοδο 1950-1970 έδρασε ως τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη. Την ίδια περίοδο έγιναν προσπάθειες απεξάρτησης από τη μονοκαλλιέργεια της ελιάς, η οποία είχε ασταθή παραγωγή και οδήγησε στην εγκατάλειψη του νησιού από τους κατοίκους του. Τη δεκαετία του 1980 αναπτύσσεται η τουριστική βιομηχανία, η οποία σήμερα είναι ένας από τους κύριους τομείς εισοδήματος του νησιού, μαζί με τη μεταποίηση αγροτικών προϊόντων.
ΠΗΓΕΣ:
- Iστορία της Λέσβου, έργο του Συνδέσμου Φιλολόγων Ν. Λέσβου,Δ' Έκδοση, Μυτιλήνη 2000
- Wikipedia
- "Η γαστρονομική παράδοση στη Λέσβο", σειρά άρθρων της Άντζελας Κοντού, δημοσιευμένα στην εφημερίδα του Συλλόγου Μεσοτοπιτών, "Μεσοτοπίτικα Νέα" και στο blog http://ahungrybear.weebly.com/